Skip to main content

Search from vocabulary

Content language

Concept information

ΓΛΩΣΣΑ > ΓΛΩΣΣΕΣ

Preferred term

ΓΛΩΣΣΕΣ  

Definition

  • ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΤΕ ΤΟΝ ΟΡΟ ΓΙΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΧΡΗΣΗΣ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ Ή ΓΝΩΣΗΣ ΓΛΩΣΣΩΝ. ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΤΕ ΕΝΑ ΠΙΟ ΕΙΔΙΚΟ ΟΡΟ, ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ. ΓΙΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ, ΟΤΑΝ Η ΕΜΦΑΣΗ ΕΙΝΑΙ ΕΙΔΙΚΑ ΣΤΙΣ ΔΕΥΤΕΡΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ, ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΤΕ ΤΟΝ ΟΡΟ: «ΔΕΥΤΕΡΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ». ΓΙΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΙΚΑΝΟΤΗΤΕΣ ΣΤΗ ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΠΡΟΤΙΜΗΣΤΕ ΤΟΝ ΟΡΟ: «ΓΛΩΣΣΙΚΕΣ ΔΕΞΙΟΤΗΤΕΣ»

Broader concept

Entry terms

  • ΓΝΩΣΗ ΓΛΩΣΣΩΝ
  • ΟΜΙΛΟΥΜΕΝΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ
  • ΧΡΗΣΗ ΓΛΩΣΣΩΝ

Identifier

  • urn:ddi:int.cessda.elsst:423c5b40-40a7-4cf1-af4e-cea93cfbe002:2

Has previous version

In other languages

  • Czech

  • Danish

  • SPROGBRUG
  • TALT SPROG
  • VIDEN OM SPROG
  • Dutch

  • English

  • KNOWLEDGE OF LANGUAGES
  • LANGUAGE USE
  • LANGUAGES SPOKEN
  • Finnish

  • French

  • CONNAISSANCES DES LANGUES
  • LANGAGES
  • LANGUES PARLÉES
  • USAGE DU LANGAGE
  • German

  • BEHERRSCHTE SPRACHEN
  • SPRACHGEBRAUCH
  • SPRACHKENNTNISSE
  • SPRACHVERWENDUNG
  • Lithuanian

  • Norwegian

  • KUNNSKAP OM SPRÅK
  • SPRÅKBEHERSKELSE
  • SPRÅKBRUK
  • Romanian

  • Slovenian

  • Spanish

  • Swedish

  • SPRÅKANVÄNDNING
  • SPRÅKKUNSKAP
  • TALADE SPRÅK

URI

https://elsst.cessda.eu/id/2/423c5b40-40a7-4cf1-af4e-cea93cfbe002

Download this concept: